Ο καλύτερος σε όλα τα παιχνίδια

 

Ο καλύτερος σε όλα τα παιχνίδια

 

Μεγάλωσε σε μια περίοδο που όλα ήταν ήσυχα και όλοι ήταν αγαπημένοι όχι όπως τώρα που ο ένας σκοτώνει τον άλλον για το τίποτα. Τα παιδιά έπαιζαν μεταξύ τους έξω στις αλάνες και δεν απομονόνονταν παίζοντας με τον υπολογιστή και το λαπτοπ. Χαρούμενα χρόνια. Και ήταν ένας ήρωας όπως και κάθε παιδί στην ηλικία του. Όλοι ήταν ήρωες γιατί έκαναν χιλιάδες πράγματα και ήταν σε όλα καλοί. Ο Χάρης ήταν ένα από αυτά τα παιδιά.

Το αγαπημένο του παιχνίδι ήταν οι γκαζιές, οι μπίλιες σ αυτό το παιχνίδι ήταν ανίκητος. Πωλούσαν μπίλιες στα παντοπωλεία ή σε κάτι μηχανήματα όπου έβαζες ένα κέρμα και έβγαιναν δύο ή τρεις. Κάθε παιδί αγόραζε μπίλιες και έπαιζε με τα άλλα παιδιά.  Σκοπός του παιχνιδιού αυτού ήταν να βαρέσεις μια μπίλια και να πετύχεις την άλλη του αντιπάλου και όποιος χτυπούσε την μπίλια του αντιπάλου έπαιρνε κι αυτήν την μπίλια δικιά του. Όμως ο Χἀρης ήταν ανίκητος στις μπίλιες και τις μάζευε όλες και τις έκρυβε μέσα σε μια γλάστρα στην αυλή του σπιτιού του. Μόνο που τις μάζεψε όλες τις μπίλιες και δεν ξαναέπαιζε το αγαπημένο του παιχνίδι τις γκαζιές που το αγαπούσε τόσο αφού ήταν το αγαπημένο του παιχνίδι. Έτσι για να ξαναπαίξει αναγκάστηκε να φανερώσει την κρυψώνα του στα άλλα παιδιά που χάρηκαν πάρα πολύ και τον φώναξαν να ξαναπαίξει αφού πήρε ο καθένας τις μπίλιες του . αυτό επαναλαμβανόταν συνέχεια γιατί ο χάρης νικούσε πάντα έπαιρνε όλες τις μπίλιες και τις έκρυβε πάντα στο ίδιο μέρος αλλά τα παιδάκια όλα ήταν χαρούμενα γιατί έπαιζαν το αγαπημένο τους παιχνίδι και οι μπίλιες έμεναν στα χέρια τους. Αναγκάστηκαν όμως να βγάλουν δύο παρατσούκλια στον χάρη γκαζάκια και μπελαλή για να βγάλουν το άχτι τους γιατί ποτέ δεν νικούσαν. Αλλά τον αγαπούσαν και τον θαύμαζαν το φίλο τους το χάρη γιατί τους έδινε πίσω τις μπίλιες τους και ήταν καλός φίλος. Τον αγαπούσαν πολύ. Κι ο χάρης αυτούς. Αφού θα έλεγε μια ζωή αυτή την ιστορία σε όλους τους νέους φίλους του και συγγενείς στη ζωή του.

Του άρεζε επίσης το ποδόσφαιρο ήταν πολύ καλός και σ αυτό. Έπαιζε πάντα επιθετικός. Είχε γερά πόδια και ήταν ψηλός.  Ήθελε να γίνει ποδοσφαιριστής αλλά η αγαπημένη του μανούλα που την λάτρευε δεν τον άφησε να γίνει γιατί δεν έπαιρναν τίποτα τότε οι ποδοσφαιριστές εκείνα τα χρόνια. Ήταν πραγματικά πολύ καλός. Αφού έπαιζε ποδόσφαιρο με έναν πολύ σκληρό και δυνατό παίχτη που αργότερα όταν μεγάλωσε έγινε διάσημος και ο καλύτερος τερματοφύλακας του Άρη.  Ήταν ο Χρηστίδης. Ήταν ο μόνος τερματοφύλακας του Άρη που δε φοβόταν να αφήσει το τέρμα και να τρέξει προς τους επιθετικούς και να τους κρύψει τη θέα για το τέρμα, ώσπου να τα χάσουν οι επιθετικοί και να του χαρίσουν την μπάλα. Μ αυτόν τον γίγαντα έπαιζε ο χάρης όταν ήταν μικροί και ήταν ο μόνος που κατάφερνε να τον νικήσει αυτόν τον παίχτη. Αφού ο Χρηστίδης πηδούσε μακρυά κάθε φορά σαν γίγαντας που ήταν και έπιανε όλες τις μπάλες ενώ ο χάρης επειδή ήταν πολύ έξυπνος , του έκοβε δηλαδή και τον παρατηρούσε πως έπαιζε. Πετούσε τις μπαλιές συρτά και του έβαζε γκολ. Τον έτρεμε ο Χρηστίδης τον Χάρη . ήταν ο μόνος που του έβαζε γκολ. Το αγαπούσε πολύ το ποδόσφαιρο ο χάρης και παρακολουθούσε συνέχεια όταν τελικά μεγάλωσε και το παρακολουθεί μέχρι τώρα με πάθος.

Άλλο αγαπημένο του παιχνίδι που είχε πρωτοαρχίσει τότε και έγινε μόδα και συνεχίζεται μέχρι σήμερα ήταν οι κάρτες, που έβρισκαν τα παιδιά σε τσίχλες ή στις περίφημες σοκοφρέτες που τους αγόραζαν οι γονείς τους και περίμεναν πως και πώς να τους τις αγοράσουν για να παίξουν και να φάνε ή να μασήσουν. Τα παντοπωλεία πωλούσαν τσίχλες που είχε η κάθε μια τσίχλα και μια κάρτα από έναν γνωστό τότε ποδοσφαιριστή. Τα παιδιά μάζευαν τις κάρτες για να τύχουν τους αγαπημένους τους ποδοσφαιριστές της ομάδας τους. Πώς παιζόταν το παιχνίδι??  Τα παιδιά έριχναν κάτω τις κάρτες και όποιο παιδί είχε την ίδια κάρτα με την προηγούμενη που ήταν κάτω έπαιρνε  ολες όσες ήταν κάτω. Έλεγε μετά σον ο παίκτης που νικούσε για να πει ποιος παίκτης αρχίζει πρώτος. Και ακογόταν όλο σον σον σον. Όταν βαριόντουσαν, έκαναν ερωτήσεις ο ένας στον άλλον και όποιος νικούσε του έδιναν δώρο τσίχλα και του έλεγαν μπράβο κερδίζεις τσίχλα και ποδοσφαιριστή της αρεσκείας σου! Οι σοκοφρέτες είχαν άλλη χάρη αφού ήταν πεντανόστιμες , μοίραζαν κάρτες με χώρες ή ενδυμασίες από τις χώρες αυτές και έδιναν μαζί ένα περιοδικό στο οποίο κολλούσες τις κάρτες και αν συμπλήρωνες το περιοδικό θα κέρδιζες ένα ποδήλατο. Κανείς δεν κέρδισε το ποδήλατο ποτέ. Αλλά έκαναν μαμουνιές για να το κερδίσουν. Γιατί αφού σε κάθε περιοχή τύχαιναν όλο οι ίδιες κάρτες έπαιζαν με παιδιά από άλλες πόλεις για να μαζέψουν άλλες κάρτες και να συμπληρώσουν το περιοδικό για το πολυπόθητο ποδήλατο. Το παιχνίδι κι αυτό παίζονταν όπως και το παιχνίδι με τις κάρτες από τις τσίχλες. Και σ αυτό το παιχνίδι ήταν καλός ο χάρης αφού τους έπαιρνε κι από εδώ τις κάρτες. Και μάλιστα έπαιξε μια φορά με τον πιο πορωμένο παίχτη των γύρω πόλεων που είχε γεμάτες τσέπες από τέτοιες κάρτες και το είχε κάνει επάγγελμα και δε διάβαζε και τον νίκησε! Του πήρε τις κάρτες . το παρατσούκλι του ήταν μαφιωζάκιας. Αργότερα όταν μεγάλωσε ο μαφιωζάκιας άνοιξε δικό του καζίνο. Ο Χάρης ήταν ο καλύτερος παίχτης και σ αυτό το παιχνίδι και τον έτρεμε και ο μαφιωζάκιας και όλοι.

Νικούσε επίσης στο ποδοσφαιράκι και στο μπιλιάρδο και στο πιγκ πογκ.

Όταν μεγάλωσε ο Χάρης έγινε λογιστής και τον αγαπούν όλοι γιατί τους εξυπηρετεί και κερδίζουν πάντα λεφτά. Ο Χάρης είναι ο μπαμπάς μου και τον αγαπώ πολύ.

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Το μαγεμένο καναρίνι

THE ENCHAUNTED RED BIRDY